Σάββατο 30 Ιουνίου 2012

Η ΝΕΑ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΙΑΣ


·                    Ανδριάντας Κωνσταντίνου ΣΤ΄

 

·                    Προσφυγικά σπίτια

 






·                    «ΤΑ ΑΜΠΕΛΑΚΙΑ»


 


 





Ο «Γάμος α λα Ελληνικά», η εθνοτική εμπειρία στο νέο ανοιχτό κόσμο,



η βιομηχανία του πολιτισμού που καταργεί τα σύνορα και η συνδιαλλαγή του τοπικού με το παγκόσμιο




«Παγκοσμιοποίηση σημαίνει  την ορατή ήδη κατάργηση των συνόρων, σε καθημερινή βάση, στις διάφορες πλευρές της, δηλαδή την οικονομία, την πληροφόρηση, την οικολογία, την τεχνολογία, τις διαπολιτισμικές συγκρούσεις και την κοινωνία των πολιτών, και μέσω αυτής συμβαίνει κάτι που είναι την ίδια στιγμή οικείο και ασύλληπτο, δύσκολα αναγνωρίσιμο, το οποίο όμως αλλάζει με βίαιο τρόπο εκ βάθρων την καθημερινότητα και επιβάλλει τις δικές του ερμηνείες και απαντήσεις.
»Χρήματα, τεχνολογίες, προϊόντα, πληροφορίες, ακόμα και δηλητήρια «υπερπηδούν» τα σύνορα, σαν αυτά να μην υπήρχαν. Ακόμα και αντικείμενα, άνθρωποι και ιδέες που οι κυβερνήσεις θα προτιμούσαν να μείνουν εκτός χώρας (ναρκωτικά, παράνομοι μετανάστες, κριτική στην καταστρατήγηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων) βρίσκουν το δρόμο τους», υπογραμμίζει ο Ούλριχ Μπεκ στο βιβλίο του «Τι είναι παγκοσμιοποίηση».

Όπως επισημαίνει στο βιβλίο του «Η πολιτιστική αυτονομία στις παγκόσμιες επικοινωνίες» ο Cees J.Hamelink, «η προσπάθεια πολιτιστικού επηρεασμού αποτελεί τώρα κύριο γνώρισμα της στρατιωτικής, πολιτικής και οικονομικής επέκτασης των δυτικών βιομηχανικών κρατών. Η σύγχρονη τεχνολογία των επικοινωνιών προσφέρεται στον κόσμο με την υπόσχεση ότι η ύπαρξη και έκφραση της πολιτιστικής πολυμορφίας θα είναι πια οριστικά εξασφαλισμένη. Στην πραγματικότητα, όμως, όλες οι μαρτυρίες συνηγορούν για το ότι μια κεντρικά ελεγχόμενη τεχνολογία έχει γίνει το μέσο, με το οποίο μεθοδεύεται η καταστροφή της πολιτιστικής πολυμορφίας και η αντικατάστασή της από ένα και μοναδικό παγκόσμιο πολιτιστικό σύστημα».
Αιχμή της πολιτιστικής παγκοσμιοποίησης είναι η πολιτιστική βιομηχανία, η βιομηχανία του θεάματος, η οποία παρακάμπτει και καταργεί τα σύνορα, τα οποία αποκτούν διαρκώς έναν συμβολικό χαρακτήρα στο πλαίσιο ενός βαθμιαία ομογενοποιημένου πολιτιστικά κόσμου, με την προώθηση κοινών καταναλωτικών αξιών, προτύπων και συμπεριφορών.
Σε μια ενδιαφέρουσα προσέγγισή του ο συμπατριώτης μας από τη Νέα Ορεστιάδα καθηγητής στο Ohio State University κ. Γεώργιος Αναγνώστου με αφορμή τη μεγάλη επιτυχία της Νιας Βαρντάλος με την ταινία «Γάμος α λα Ελληνικά» αναφέρεται στο θέμα της νέας πολιτιστικής πραγματικότητας και πως μέσω αυτής της εθνοτικής εμπειρίας, που συνιστά το στόρι της ταινίας, μπορούμε να φτάσουμε σε μια «μετάφραση του ελληνικού στις νέες συνθήκες».


«Ο «Γάμος α λα ελληνικά» έμμεσα μας προκαλεί να θεωρήσουμε την ελληνοαμερικανική εμπειρία σαν μια πολυσχιδή ιστορική συνάντηση όπου ελληνικοί φορείς διαπραγματεύονται τη θέση τους στην κοινωνία με μια ηγεμονική πολιτιστική πλειοψηφία. Αυτή η διαπραγμάτευση είναι ιδιαίτερα δύσκολη και κοπιώδης αν αναλογιστούμε τα παρακάτω: ο αγώνας λαμβάνει χώρα στο γήπεδο της δεύτερης˙ μια μεγάλη μερίδα Ελλήνων θέλει να τοποθετηθεί, κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά, σαν ίση προς ίσον με τους Αμερικανούς και συγχρόνως να μην αποκοπεί με το συχνά μειοδοτικά προσδιορισμένο ελληνικό.
»Η απρόσμενη επιτυχία της ταινίας έχει ήδη φέρει στην επιφάνεια μια εθνοτική αυτοπεποίθηση ότι μια ως τώρα πολιτιστική μειονότητα μπορεί να εξελιχθεί σε ενεργό παράγοντα πολιτιστικής παραγωγής. Η υψηλά ιστάμενη ελίτ αφομοιωμένων Ελληνοαμερικανών ήδη έχει αρχίσει διεργασίες για τη συστηματική προώθηση πολιτιστικών προϊόντων με ελληνικό θέμα στην αμερικανική και επομένως στην παγκόσμια αγορά.
»… η μεγάλη σημασία της ταινίας είναι στο ότι στρέφει την προσοχή μας σε ένα παγκόσμιο πολιτιστικό γίγνεσθαι, όπου το ελληνικό λειτουργεί σαν ένας υπολογίσιμος παίκτης μέσα στη νέα τάξη πραγμάτων. Η ταινία, με λίγα λόγια, ανακοινώνει μια ιστορική στιγμή και έμμεσα μας προσκαλεί σε μια ανοιχτή προβληματική και πρακτική με κεντρικό άξονα την παγκόσμια εμβέλεια της ελληνικής (διασπορικής ή μη) πολιτιστικής παραγωγής. Είναι καιρός λοιπόν όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς να ακονίσουν τα πολιτιστικά τους μαχαίρια ώστε να συμβάλουν σε μια πολλαπλότητα στρατηγικών παρεμβάσεων και διαδόσεων «μεταφράσεων» του ελληνικού αν δεν θέλουμε να μείνουμε απ’ έξω από τη νέα πολιτιστική πραγματικότητα που είναι κιόλας εδώ», τονίζει χαρακτηριστικά ο κ. Γεώργιος Αναγνώστου.

Σε μια παλαιότερη συνομιλία μας για το μεγάλο αυτό θέμα της παγκοσμιοποίησης και της ανάγκης διαλόγου γύρω από αυτό, είχε να μας καταθέσει ενδιαφέρουσες απόψεις, οι οποίες χρήζουν ιδιαίτερης ανάλυσης στο εσωτερικό ειδικά των μικρών τοπικών κοινωνιών και ίσως να αποτελούν ένα από τα κλειδιά ερμηνείας της νέας πραγματικότητας, στην οποία βιαίως ενσωματώνονται και βρίσκονται σε μια διαρκή σύγκρουση και διαπραγμάτευση με κύριο χαρακτηριστικό την τοπικότητα και γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το τοπικό αποκτά μια νέα υπογράμμιση, αξία και επικαιρότητα.
Ο κ. Γεώργιος Αναγνώστου μας δίνει τη δική του ερμηνεία και άποψη υποστηρίζονται τα ακόλουθα:
«… Παρότι νομίζουμε ότι είναι ένα πρόσφατο θέμα, αυτό σαν μια διακίνηση ατόμων, ιδεών, πολιτιστικών μορφών, οικονομικών πρακτικών, λαμβάνει χώρα εδώ και πολλά χρόνια αλλά πλέον έχει πάρει τεράστιες διαστάσεις λόγω της μεγάλης ανάπτυξης των τεχνολογιών, οπότε  η παγκοσμιοποίηση πλέον, σαν μια διακίνηση ιδεών και πολιτιστικών μορφών είναι μαζί μας. Κι επειδή η διακίνηση αυτή ξεκινά από κάποιες χώρες, οι οποίες είναι οικονομικά και πολιτιστικά πιο δυνατές από άλλες, υπάρχει μια αίσθηση ότι το τοπικό πάντοτε απειλείται μέσα από την εισροή διαφόρων ξένων προτύπων. Οπότε είναι πολύ βασικό πρόβλημα, πως δηλαδή, το τοπικό επιδρά, συνδιαλέγεται, προσπαθεί να επιβιώσει, όταν έρχεται αντιμέτωπο με την παγκοσμιοποίηση.
» … οι παραδοσιακές κοινωνίες αντιδρούν στην παγκοσμιοποίηση. Σε ένα επίπεδο και σε μια ακραία μορφή κάποια παραδοσιακή κοινωνία αισθάνεται ότι απειλείται απ’ αυτή τη μαζική εισροή ξένων προτύπων και στρέφεται προς τον εαυτό της. Έχουμε, δηλαδή έναν εσωστρεφή προσανατολισμό όπου κάθε ξένο απορρίπτεται λόγω κυρίως φόβου και, ίσως θα λέγαμε, μη κατανόησης. Οπότε η παραδοσιακή μορφή γίνεται πλέον ο άξονας γύρω από τον οποίο η παραδοσιακή κοινωνία ορίζει τον εαυτό της και προσπαθεί με κάθε τρόπο να αρπαχτεί. Να αρπαχτεί, τρόπος του λέγειν, απ’ αυτό τον τρόπο ζωής που ξέρει, να στηριχτεί και να βγάλει τα νοήματά της και να επιβιώσει μέσα σ’ αυτό το παγκόσμιο πλαίσιο.
»Αν το παραδοσιακό παλιά ήταν κάτι που το παίρναμε ως δεδομένο και το αναπαρήγαμε χωρίς να σκεφτούμε συνειδητά το τι αναπαράγουμε, το αναπαραγάγαμε επειδή έτσι το ήθελαν οι γονείς μας ή έτσι το ήθελε η κοινωνία μας, και το εσωτερικεύαμε πολύ μικροί και υπήρχε μια επανακυκλοφορία αυτών των μορφών, τώρα ερχόμαστε προς το παραδοσιακό και σκεφτόμαστε συνειδητά, ποια είναι η σχέση μας με το παραδοσιακό. Αρχίζουμε και σκεπτόμαστε. Αρχίζουμε, πλέον, να έχουμε μια συνειδητή αντιμετώπιση μαζί του. Σ’ αυτό το σημείο θα έλεγα ότι έχουμε μια επιλεκτική συνομιλία και αρχίζουμε να μπαίνουμε σε μια φάση και διαλέγουμε, επιλέγουμε το τι ακριβώς θα θέλαμε να απορροφήσουμε, το τι θα θέλαμε να κρατήσουμε και ίσως το τι θα θέλαμε να αφήσουμε στην άκρη, γιατί αυτό που αφήνουμε στην άκρη δεν είναι πλέον λειτουργικό στα σημερινά οικονομικά πλαίσια.
»Το τοπικό φυσικά είναι το δοκιμασμένο. Το τοπικό είναι κάτι το οποίο έχει δοκιμάσει ο χρόνος, είναι κάτι το οποίο αποτελεί τον πυρήνα στο πως ταυτίζεται μια τοπική κοινωνία, ποιες είναι οι αξίες της. Με άλλα λόγια το τοπικό είναι ένα οξυγόνο, πολιτιστικό – κοινωνικό – οικονομικό – διοικητικό, ένας τρόπος ζωής ενός είδους. Είναι ένα οξυγόνο για μια τοπική κοινωνία και οι άνθρωποι, οι πολίτες δεν δένονται με το τοπικό με ποικίλες, πολυδιάστατες μορφές και δεν είναι διατιθέμενοι και θα έλεγα δεν είναι, δεν θα ήθελαν να αποδεχθούν παθητικά το παγκόσμιο».

Στέλιος Ντουρανίδης


ΓΡΑΠΤΑ ΜΝΗΜΕΙΑ ΤΟΠΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ


Το πέμπτο κατά σειρά βιβλίο του Στέλιου Ντουρανίδη και το πρώτο του σε πεζό λόγο παρουσιάζει ξεχωριστό ενδιαφέρον.
Καταγράφει τις εμπειρίες μιας ολόκληρης ζωής και γεγονότα, μικρά και μεγάλα, ήθη, έθιμα και παραδόσεις που συνθέτουν την εικόνα και την ταυτότητα μιας μικρής τοπικής κοινωνίας, την κοινωνικής-οικονομικής και πολιτιστικής πραγματικότητάς της, έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται, συγκροτείται και βιώνεται από τους κατοίκους του χωριού Σπηλαίου, όπου γεννήθηκε, ζει και δημιουργεί ο συγγραφέας του βιβλίου.
Δεν θα ήταν υπερβολικό, αν το χαρακτηρίζαμε ως ένα ντοκουμέντο τοπικής ιστορίας, αφού μέσα από τις σελίδες του ο αναγνώστης μπορεί να κατανοήσει τη δυναμική και την πορεία των εξελίξεων των τελευταίων δεκαετιών στους αγροτικούς οικισμούς, τον πλούτο και τις συνήθειες του κοινωνικού βίου τους, τις αγωνίες των κατοίκων για το παρόν και το μέλλον των χωριών τους.
«Ο Στέλιος Ντουρανίδης», γράφει στον πρόλογό του ο πρώην υπουργός και βουλευτής Α΄ Θεσσαλονίκης Στέλιος Παπαθεμελής, «είναι ένας απλός, αλλά αυθεντικός άνθρωπος της δυστυχώς ερημούμενης ελληνικής υπαίθρου… Το απόσταγμα της ζωής που μας δίνει μ’ αυτό το βιβλίο δεν το κράτησε για τον εαυτό του. Με κοφτές φράσεις που θυμίζουν Μακρυγιάννη στοιχειοθετεί τα του βίου του, όσα είδε, έζησε. Βιώματα και εμπειρίες μιας ολόκληρης ζωής με αναμεπταμένες τις κεραίες. Μεγάλα και μικρά γεγονότα, αλλά πάντοτε ουσιώδη… Δίνει τα απομνημονεύματα του απλού και μάλλον λησμονημένου πολίτη. Η παρατηρητικότητά του είναι εκπληκτική: κοιτάζει μέσα και πίσω από τα φαινόμενα που εν τούτοις περιγράφει με ακρίβεια. Μαρτυρεί για πολλά που ο ιστορικός δεν πρόκειται, δεν φτάνει να ασχοληθεί.
»Πονάει για την αιμορραγία της ιδιαίτερης πατρίδας του, αιμορραγία ολόκληρης της περιφέρειας και φωνάζει προς πάντα αρμόδιο, υπεύθυνο και ανευθυνοϋπεύθυνο να δουν, να βοηθήσουν, να σπεύσουν πριν είναι αργά.
»Ο Στέλιος Ντουρανίδης μακάρι να ακουσθεί και προ παντός να εισακουσθεί. Ούτως ή άλλως πάντως, η γραφή του θα λειτουργεί πάντα ως Ερινύα για όσους μπορούν αλλά αδιαφορούν. Αυτούς δεν θα τους αφήνει να κοιμηθούν».

*
*   *

Η ΑΝΑΤΙΝΑΞΗ ΤΗΣ ΣΙΔΗΡΟΔΡΟΜΙΚΗΣ ΓΕΦΥΡΑΣ ΔΙΚΑΙΩΝ


Τον Μάιο του 1943,  η Εθνική Αντίσταση με έναν Αμερικάνο, αν δεν απατώμαι, ανατίναξαν τη σιδηροδρομική γέφυρα έξω από τα Δίκαια. Μ’ αυτό που έγινε, οι Γερμανοί αγρίεψαν και ήθελαν να εκδικηθούν τον απλό τον κόσμο και να τους εκτελέσουν στην πλατεία του χωριού μας. Από κάθε χωριό ήθελαν να πάρουν από δέκα άτομα.
Μια μέρα στο χωριό Δίκαια, που ήταν και έδρα των Γερμανών, μάζεψαν τον κόσμο στο σχολείο μπροστά με τον πρόεδρο των Δικαίων. Πρόεδρος ήτανε τότε ο Καραμπάσης Απόστολος. Του ζητήσανε δέκα άτομα. Τότε αυτός τους λέγει, προς τιμήν του βέβαια: «Πάρτε εμένα, τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου. Εγώ άτομα δεν μπορώ να σας υποδείξω».
Αυτό που έκανε ο πρόεδρος των Δικαίων, δεν το έκανε κανένας άλλος πρόεδρος. Οι άλλοι πρόεδροι είχαν ετοιμάσει τα άτομα να τα παραδώσουν στους Γερμανούς, λέγοντας τα είχαν ετοιμάσει, είχαν γραμμένα τα ονόματα.
Οι Γερμανοί όμως πήραν από τα Δίκαια μερικά ύποπτα άτομα και τα κλείσαν στα κρατητήρια του Διδυμοτείχου. Τα ανέκριναν κάθε μέρα, ακόμη και τη νύχτα τα ξυπνούσαν και τους ανέκριναν. Τα άτομα αυτά ήταν ο Καραμπάσης Απόστολος, ο οποίος ήταν και πρόεδρος των Δικαίων, ο Ματουσίδης Αθανάσιος, ο Ματουσίδης Γεώργιος, ο Ματουσίδης Ευάγγελος, ο Δαλακούρας Γεώργιος, ο Τσαλαγράδας Χρήστος και ο Φωτιάδης Σιδέρης.


*
*   *

ΤΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΣΤΑ ΠΑΛΙΑ ΧΡΟΝΙΑ

Όταν γινότανε πανηγύρι στα χωριά, σ’ αυτό το χωριό που γιόρταζε ο καθένας έπρεπε να κάνει την ετοιμασία. Δηλαδή να ετοιμάσει φαγητά σε όσους επισκέπτονταν το σπίτι τους. Πολλές φορές έβγαινε και ο ίδιος έξω να βρει αυτούς τους φίλους που δεν πήγαν στο σπίτι του για φαγητό. Ο σοφράς ήταν στρωμένος όλη την ημέρα για τους επισκέπτες. Εάν δεν χωρούσαν στο σοφρά, έστρωναν ένα καθαρό πανί επάνω στην ψάθα. Το πανί το λέγαν «μισάλα» και κάθονταν γύρω-γύρω. Άλλος καθόταν σταυροπόδι, άλλος στα γόνατα και άρχιζε η μάχη με τα κουταλοπίρουνα, ποιος θα βγει νικητής.
Ο σοφράς ήταν στρόγγυλος, φτιαγμένος από σανίδι και το ύψος τους δεν ξεπερνούσε τους είκοσι πέντε πόντους, για να κάθονται πιο άνετα κάτω,
Τα πανηγύρια άρχιζαν από το πρωί, όχι όπως τώρα μόνο το βράδυ. Ο κόσμος πηγαινοέρχονταν όλη την ημέρα, έκαναν βόλτα στον κεντρικό δρόμο ή στην πλατεία του χωριού. Οι πραματευτάδες άπλωναν την πραμάτεια τους από το πρωί ως το βράδυ. Οι δρόμοι ήταν χωματόδρομοι. Η σκόνη σηκωνόταν σαν καπνός από τον κόσμο που έκανε βόλτα μέρα μεσημέρι. Νόμιζες πως περπατούσαν μες στη στάχτη, αλλά η βόλτα συνεχιζόταν. Άλλοι πήγαιναν στα γνωστά σπίτια για να φάνε κι άλλοι γύριζαν λυγιστοί, καμαρωτοί και προπαντός χορτασμένοι και συνέχιζαν τη βόλτα μέχρι το βράδυ. Ο κόσμος τότε δεν είχε μεταφορικό μέσο να πηγαίνει στα πανηγύρια όπως σήμερα. Όταν γύριζαν από το πανηγύρι και κοίταζες στο δρόμο, νόμιζες πως ήτανε στρατός που γύριζε από κάποια επιχείρηση. Γυναίκες, άντρες με μικρά παιδιά, άλλο στην αγκαλιά, άλλο στην κοιλιά κι άλλο απ’ το χέρι πιασμένοι περπατούσαν στο δρόμο όμως ήταν όλοι ευχαριστημένοι που τους καλοδέχτηκαν στην πανήγυρη. Αν ρωτήσετε πόσα χρήματα έπαιρναν μαζί τους …. Υπήρχαν όμως και άλλοι που δεν είχαν καθόλου χρήματα.
Τα παπούτσια την εποχή εκείνη ήταν πολυτέλεια. Όλοι φορούσαμε τσαρούχια από δέρμα χοιρινό η βοδινό. Τυλίγαμε στα πόδια μας ένα πανί μάλλινο στον αργαλειό υφασμένο που κρατούσε ζεστά τα πόδια μας. Το πανί το λέγαμε ποδόπανο, τυλίγαμε κι ένα μαύρο σχοινί σαν γκέτα, που φορούσαν παλιά οι στρατιώτες. Αυτό το σχοινί το λέγαμε τσαρουχόσκοινο. Αυτά τα τσαρουχόσκοινα τα φορούσαμε συνήθως όταν ήτανε γιορτή και βγαίναμε στην πλατεία του χωριού όπου γινότανε χορός, Πάσχα, Χριστούγεννα και όλες τις μεγάλες γιορτές. Όλος ο κόσμος έβγαινε στην πλατεία και χόρευαν κυκλικό χορό. Οι γυναίκες ήταν χωρισμένες σε δυο ομάδες, δηλαδή σε δυο παρέες. Όταν άρχιζε η μια παρέα να τραγουδά, σταματούσε η άλλη και χόρευαν όλες μαζί. Πολλές φορές έβγαιναν και τα όργανα οικιοθελώς και έπαιζαν κι αυτά για να χορέψει όλος ο κόσμος. Μάλιστα την δεύτερη αποκριά του Πάσχα χόρευαν όλοι για να γίνουν τα βαμβάκια που θα έσπερναν, έτσι έλεγαν τότε. Όσοι έπαιρναν το χορό έδιναν χρήματα στα όργανα για να παίζουν με πιο πολλή όρεξη. Μερικοί έβγαζαν το καπέλο τους και γύριζαν μέσα στο πλήθος και μάζευαν λεφτά για τα όργανα. Όταν άκουγαν τα όργανα, έβγαιναν όλοι στην πλατεία, νέοι, γέροι και παιδιά, και πιάνονταν στο χορό. Εκεί γινόταν και το νυφοπάζαρο. Την δεύτερη αποκριά του Πάσχα είχαμε ένα πολύ ωραίο έθιμο. Όταν βράδιαζε και διαλούσε ο χορός που γινότανε στην πλατεία του χωριού, όλοι πηγαίναμε να κάνουμε συγχωρεμένα. Ο γιος πήγαινε στον πατέρα του, ο αδερφός στον μεγάλο αδερφό, ο κουμπάρος στον σύντεκνό του, ο φίλος στον μεγάλο φίλο του και ο γείτονας στον γείτονα. Όταν πήγαιναν στον πατέρα τους, έπαιρναν κι ένα μπουκάλι κρασί του έδιναν να πιει και του φιλούσαν το χέρι. Το ίδιο γινόταν και στο σύντεκνο και στο μεγάλο αδερφό. Τότε υπήρχε μεγάλος σεβασμός στους μεγαλύτερους.
Στα σπίτια που πηγαίνανε, το τραπέζι ήταν στρωμένο με αποκριάτικα φαγητά, αυτά που κάναμε για να αποκρέψουμε. Την Καθαρά Δευτέρα τρώγαμε μόνον λαδερά. Μ’ αυτό το ωραίο έθιμο, τα συγχωρημένα, δινόταν η ευκαιρία να τα βρουν αυτοί που ήταν παραξηγημένοι. Βρίσκανε τον καλό τους εαυτό.
Εκείνη τη βραδιά όλοι οι δρόμοι ήταν γεμάτοι από κόσμο που πηγαινοέρχονταν στα σπίτια. Συναντιόντουσαν στο δρόμο και εφάρμοζαν το έθιμο, δηλαδή τα συγχωρημένα. Επίσης, εκείνη τη βραδιά για τα παιδιά κρεμούσαν χαλβά στο ταβάνι. Τον έδεναν μ’ έναν σπάγκο, κάποιος τον έσπρωχνε και τα παιδιά που κάθονταν γύρω γύρω προσπαθούσαν με το στόμα να τον πιάσουν. Αυτός που δεν μπορούσε με την πρώτη φορά έκανε προσπάθεια και άλλη φορά μέχρι να πιάσει το χαλβά κι αυτός. Πάντως όλοι, παιδιά και μεγάλοι, ήταν ευχαριστημένοι και χαρούμενοι στις γιορτές αυτές.

Ο ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ ΣΤΗΡΙΖΕΙ

ΤΗΝ ΤΟΠΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ


Η φωνή του Χρόνη Αηδονίδη


κι ένας ανεκμετάλλευτος μουσικός θησαυρός 

Η φωνή του Χρόνη Αηδονίδη είναι ένα ξεχωριστό πολύτιμο στολίδι στη μουσική παράδοση της Θράκης. Προικισμένος με ένα Θείο δώρο γαλουχήθηκε στο μεγάλο ρεύμα της δημοτικής μας παράδοσης και της βυζαντινής μουσικής. Είχε τα μοναδικά ακούσματα της βρυσομάνας της Θρακιώτικης μουσικής παράδοσης της Καρωτής που είναι από μόνη της ένα τεράστιο κεφάλαιο με μια πλειάδα τραγουδιστών και οργανοπαικτών με εθνική και διεθνή αναγνώριση.
Η φωνή του Χρόνη Αηδονίδη που είναι ένα τοπικό κεφάλαιο, το οποίο έμεινε ανεκμετάλλευτο και δεν αξιοποιήθηκε όπως θα έπρεπε. Παρά τις πρωτοβουλίες και τις ποικίλες δράσεις δεν έγινε αυτό που όφειλαν να πράξουν οι τοπικοί φορείς, χωρίς καμία διάθεση, για να μην παρεξηγηθώ, υποβάθμισης και απαξίωσης των πρωτοβουλιών και των δράσεων που έχουν υλοποιηθεί. Ως Θράκη είναι σίγουρο ότι δεν κάναμε αυτό που οφείλαμε στο Χρόνη Αηδονίδη καις την πλούσια μουσική μας παράδοση.
Ο Χρόνης Αηδονίδης οφείλει τα πάντα στον τόπο της καταγωγής του. Στα ακούσματα που τον συντροφεύουν και τον καθορίζουν από τις πρώτες στιγμές της ζωής του. Η μεγάλη τροφός του με τους πλούσιους χυμούς της είναι η βρυσομάνα της Θρακικής μουσικής παράδοσης , η γενέτειρά του, η Καρωτή. Μέσα στο πιο αυθεντικό περιβάλλον από παιδί ο Χρόνης Αηδονίδης εκπαιδεύεται και μυείται για τον μεγάλο ρόλο του αοιδού της Θράκης. Ιέρεια αυτής της Θρακικής παράδοσης η μητέρα του ενώ ο ιερέας πατέρας του θα τον εισαγάγει στις μελωδίες των εκκλησιαστικών ύμνων και στη βυζαντινή μουσική.
Η εγκατάσταση της οικογένειας στην Αθήνα ανοίγει στο νέο Χρόνη Αηδονίδη διαφορετικούς κοινωνικούς και επαγγελματικούς ορίζοντες. Η πρόσληψή του στο Σισμανόγλειο νοσοκομείο δημιουργεί μια σιγουριά και εξασφάλιση λύνοντας σε μόνιμη βάση το θέμα του βιοπορισμού και της αποκατάστασης. Στο περιβάλλον της Αθήνας ο Χρόνης Αηδονίδης μπορεί να ονειρεύεται για την καινούργια ζωή του, στην οποία δεν φαίνεται να χωράει η Θρακική μουσική παράδοση και ο πολιτισμός της υπαίθρου. Ο εκσυγχρονισμός εκείνης της περιόδου επιβάλει τους δυτικούς ρυθμούς και εξοβελίζει στο περιθώριο τον πολιτισμό των αγροτικών κοινωνιών που ουσιαστικά θα εξελιχθούν σε μια κιβωτό για τη διάσωση του λαϊκού πολιτισμού μας. Ήταν ακραίος αναχρονισμός, σύμφωνα με τα κυρίαρχα εκσυγχρονιστικά πρότυπα, η ενασχόληση με την παράδοση και το λαϊκό πολιτισμό. Σ’ αυτή την κρίσιμη στιγμή θα αναζητήσει το νέο Χρόνη Αηδονίδη μια εμβληματική μορφή του συλλογικού και πολιτιστικού βίου της Θρακικής διασποράς ο Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου, για τον οποίο στον πρόλογο του βιβλίου «Αλησμόνητες Πατρίδες –Χριστούγεννα, Πρωτοχρονιά και Πασχαλιά στην Ανατολική Θράκη» (Ρήσος, 1991) ο μητροπολίτης Μαρωνείας –Κομοτηνής Δαμασκηνός γράφει:
«Ο αείμνηστος Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου, ο Σαρανταεκκλησιώτης, άριστος επιστήμων και ταλαντούχος λογοτέχνης, δίκαια χαρακτηρίσθηκε από έναν άλλο διαπρεπή Θρακιώτη, το Νικόλαο Ανδριώτη, «εξαίρετος ζωγράφος και υμνωδός της Θρακικής και ακούραστος ερευνητής του ένδοξου παρελθόντος της».
Σε μια εποχή που η Θράκη δεν διέθετε δυνατότητες πρόσβασης στο κρατικό μονοπώλιο ενημέρωσης ο Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου, που για δεκαετίες διηύθυνε την Εταιρεία Θρακικών Μελετών και την έκδοση των «Θρακικών», επί τρία συνεχόμενα χρόνια επέβαλε τη μουσική παράδοση της Θράκης σε όλη την Ελλάδα μέσω των εκπομπών του στο Ραδιοφωνικό Σταθμό Αθηνών από το 1952 ως το 1955. Στο πλαίσιο της προβολής της Θρακικής μουσικής παράδοσης θα φροντίσει να ανακαλύψει τον Χρόνη Αηδονίδη, να τον ενθαρρύνει και να τον υποστηρίζει για να απαλλαγεί από προκαταλήψεις και στερεότυπα, ώστε να ξεπηδήσει από μέσα του ένας μουσικός θησαυρός που θα τον αναδείξει σε κορυφαίο εκπρόσωπο μιας μακραίωνης παράδοσης και να διαμορφώσει ένα δικό του ακροατήριο με ικανοποιητικές πωλήσεις δίσκων, αν αναλογιστεί κανείς ότι πριν την καλλιτεχνική συνάντησή του με το Γιώργο Νταλάρα έφτανε να πουλάει 15.00 0δίσκους! Κατά τον Πολύδωρο Παπαχριστοδούλου :
«Ο νέος Χρόνης Αηδονίδης του Διδυμοτείχου, που τραγούδησε το τραγούδι του Βλαχόπουλου στην περασμένη εκπομπή, θαρρείς και ανέβηκε από τον υποβλητικό κόσμο των παππούδων του. Τι μελωδία, τι τσακίσματα αλλά και απλότητα, κι έκφραση και ποιόν! Τα διδάχτηκε από τη μάνα του».
Σε μια εκπομπή του με θέμα «Από πού πηγάζουν τα Θρακικά τραγούδια ο Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου θα πει:
«Γνωρίζουμε ότι από τη Θράκη βγήκε η μουσική. Εκεί επομένως επέζησε η παλιά του Θρακικού λαού ακμή και ιστορία του λαϊκού τραγουδιού. Τα Θρακικά τραγούδια έχουν από το κατανυχτικό πνεύμα της εποχής των μυστηρίων και της θρησκείας. Είναι απ’ άλλον κόσμο και κατάγονται από μουσικές πηγές πανάρχαιες, που δημιουργήθηκαν στα Θρακικά εδάφη, όπου και ζήσαν αιώνες. Εκεί στη Θράκη τα έθιμα και τα θέσμια τα Θρακικά περισώθηκαν ακέραια όπως σώθηκε και η Θρακική μουσική, που την ζωντάνεψε ο Ορφέας … το Θρακικό τραγούδι έχει το απόκοσμο, τα κατανυχτικό, το διθυραμβικό, το σκωπτικό, το μελαγχολικό κι εκφράζει τα παντοειδή συναισθήματα του Θρακικού λαού. Ο Θρακικός λαός σώζει τα πανάρχαιά του όργανα. Σώζει τη λύρα του Ορφέα».
Μύστης και φορέας αυτής της παράδοσης είναι ο Χρόνης Αηδονίδης που φροντίζει να προσελκύει νέους μαθητές που θέλουν να μυηθούν στα μονοπάτια της μουσικής της Θράκης. Ο Χρόνης Αηδονίδης θα γίνει ένας πραγματικός και υπερπροστατευτικός δάσκαλος για αρκετούς νέους ερμηνευτές και ερμηνεύτριες εξασφαλίζοντας τη συνέχεια μιας μακράς αλυσίδας με δυνατούς κρίκους στο παρόν και στο παρελθόν. Το μέλλον έχει πλέον τους άξιους συνεχιστές και εκπροσώπους. Προς αυτή την κατεύθυνση ο Χρόνης Αηδονίδης δούλεψε με επιμονή, αφοσίωση και αγάπη. Μπορεί να είναι ικανοποιημένος και υπερήφανος με τα αποτελέσματα της καταπληκτικής δουλειάς του.
Κι ευτυχώς για τη Θράκη υπήρξαν πρωτοβουλίες όπως αυτές του Χρόνη Αηδονίδη και σήμερα μπορούμε να μιλάμε για γενιές ερμηνευτών και οργανοπαικτών που για τις επόμενες δεκαετίες θα εκπροσωπούν επάξια τη μουσική κληρονομιά της περιοχής. Η πρώτη συλλογική προσπάθεια με τη συμμετοχή του Χρόνη Αηδονίδη θα ξεκινήσει πριν 25 χρόνια από το Σύλλογο Νέων Έβρου Αθήνας με την ίδρυση του Εργαστηρίου Θρακιώτικης Παραδοσιακής Μουσικής και Πολιτιστικής Κληρονομιάς στο πλαίσιο του οποίου η λειτουργία της χορωδίας είναι μια σημαντική πρωτοβουλία και το καλλιτεχνικό παρών τους δίνουν μεταξύ άλλων δυο εξαιρετικοί οργανοπαίκτες οι Τάσος Φιλιππίδης και Βαγγέλης Δημούδης. Θα ακολουθήσουν οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης με την κυκλοφορία του δίσκου «Τραγούδια και σκοποί της Θράκης» όπου μετά από επιμονή του Χρόνη Αηδονίδη συμμετέχει και το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Η συνεργασία με τον Γιώργο Νταλάρα θα καθιερώσει τον Χρόνη Αηδονίδη σε ένα πολύ μεγαλύτερο ακροατήριο, στο οποίο δεν μπορούσαν να φτάσουν οι εκπρόσωποι του δημοτικού τραγουδιού μας. Θα ακολουθήσουν και άλλες σημαντικές συνεργασίες που επιβεβαιώνουν την αξία και την αναγνώρισή του που είναι καθολική από όλες τις πλευρές. «Η ΓΗ ΤΟΥ ΟΡΦΕΑ» είναι επίσης μια ξεχωριστή παραγωγή που θα γίνει με την πρωτοβουλία του Δήμου Αλεξανδρούπολης. Στο πλαίσιο της Επιχείρησης Πολιτιστικής Ανάπτυξης Δήμου Αλεξανδρούπολης (ΕΠΑΔΑ) θα λειτουργήσει το Εργαστήρι Θρακιώτικης Παραδοσιακής Μουσικής που θα εξελιχθεί σε ένα πραγματικό φυτώριο ανάδειξης νέων ταλαντούχων μουσικών με ψυχή τον λαογράφο-ερευνητή Δημήτρη Βραχιόλογλου και αρωγό και μεγάλο δάσκαλο τον Χρόνη Αηδονίδη. Η μεγάλη στιγμή έρχεται με την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα όπου ο Χρόνης Αηδονίδης με το δικό του μοναδικό τρόπο υποδέχεται στο λίκνο του παγκόσμιου πολιτισμού όλη την ανθρωπότητα με το καταπληκτικό «Φίλοι μ’ καλωσορίσατε». Μια ενδιαφέρουσα τοπική πρωτοβουλία είναι η ίδρυση του Μουσικολαογραφικού Αρχείου «ΧΡΟΝΗΣ ΑΗΔΟΝΙΔΗΣ» με πρωτεργάτες τους Απόστολου Ευφραιμίδη και Δημήτρη Βραχιόλογλου στην Αλεξανδρούπολη με παραγωγές και πολιτιστικές δράσεις υψηλών προδιαγραφών. Το «2009 ΕΤΟΣ ΧΡΟΝΗ ΑΗΔΟΝΙΔΗ» ήταν μια πρωτοβουλία της νομαρχίας Έβρου για να τιμηθούν τα 60 χρόνια προσφορά του μεγάλου ερμηνευτή της μουσικής παράδοσης της Θράκης. Δεν θα πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ένας μη κρατικός φορέας, το Αρχείο Ελληνικής Μουσικής (ΑΕΜ), έχει καταγράψει σε ψηφιακή μορφή πάρα πολλά τραγούδια με τη φωνή του Χρόνη Αηδονίδη. Ήταν μια μόνιμη αγωνία του από τη δεκαετία του 1980. Να δημιουργηθεί μια φωνητική τράπεζα και να μας αφήσει κληρονομιά τη φωνή του που θα εμπνέει και θα καθοδηγεί τις νέες γενιές μουσικών της Θράκης. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο θα πρέπει να εξάρουμε τη συμβολή του ιδρυτή του Αρχείου Ελληνικής Μουσικής (ΑΕΜ) Γεωργίου Κωνστάντζα που διέδωσε έναν μοναδικό μουσικό θησαυρό κι αυτό οφείλουμε να του το αναγνωρίσουμε και να το υπογραμμίσουμε.
Η φωνή του Χρόνη Αηδονίδη είναι ένα πολιτιστικό κεφάλαιο για τη Θράκη και όλη την Ελλάδα. Είναι το γέννημα-προϊόν μιας μακράς πολιτιστικής διαδικασίας, ένα νάμα λαϊκού πολιτισμού που μας παραπέμπει σε αρχέγονους ρυθμούς και στην Ορφική παράδοση της Θράκης που διασώθηκε στη Γη του Ορφέα με έναν ανεκτίμητο πλούτο αρχέγονων μορφών λατρείας που καθόρισαν και επηρεάζουν καταλυτικά τη λαϊκή ψυχή και την ταυτότητα αυτής της ιερής γης, των μυστών και των αοιδών.

Ο ΜΥΘΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟ-ΑΜΕΡΙΚΑΝΟΥ ΠΡΑΚΤΟΡΑ ΑΛΕΚΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗ

ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΧΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΓΩΝΑ             ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ 

ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΓΓΛΩΝ.















Το πολύ ενδιαφέρον άρθρο της κ. Φωτεινής Τομαή, προϊσταμένης της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών, για τον Ελληνο-Αμερικανό πράκτορα της ΟSS (Γραφείου Στρατηγικών Υπηρεσιών), πρόδρομου της CIA, Αλέκου Γεωργιάδη στον Έβρο κατά τη διάρκεια της κατοχής, το οποίο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ» Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου –Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2006, ήταν μια καλή ευκαιρία να προσφύγουμε σε τοπικές πηγές για να φωτίσουμε κι εμείς από την πλευρά μας ένα κεφάλαιο δραστηριοτήτων και κινήσεων των μυστικών υπηρεσιών που πάνω στον αγώνα και τη δίψα για την απελευθέρωση του λαού μας από τους κατακτητές ύφαιναν ένα πολυπλόκαμο ιστό που μπορούσε να κινήσει πολλά αναλώσιμα πιόνια στη σκακιέρα των γεωστρατηγικών και γεωπολιτικών συμφερόντων των χωρών τους. Αυτή την αποστολή μπορούσαν να φέρουν σε πέρας άνθρωποι με ιδιαίτερες ικανότητες, οι οποίοι συνήθως αγνοούσαν τις προτεραιότητας του κεντρικού σχεδιασμού των υπηρεσιών τους. Αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα είναι ότι ο Ελληνο-Αμερικανός Αλέκος Γεωργιάδης ήταν ένα από τα προικισμένα στελέχη της υπηρεσίας του. 
Ένα μοναδικό ντοκουμέντο για το κίνημα της
 Εθνικής Αντίστασης στον Έβρο, το δίτομο
έργο του Βαγγέλη Κασάπη- Κρίτωνα
Ένας από τους πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου ο Βαγγέλης Κασάπης (Κρίτων) στο βιβλίο του –ντοκουμέντο για τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα του λαού μας στον Έβρο με τίτλο «ΣΤΟΝ ΚΟΡΦΟ ΤΗΣ ΓΚΥΜΠΡΕΝΑΣ (χρονικό της εθνικής αντίστασης στον Έβρο)» μας δίνει πολλές και χρήσιμες πληροφορίες κι ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό από τη δράση του Αλέκου Γεωργιάδη. Ζωηρή παραμένει ακόμη η ανάμνηση του Αλέκου σε όσους έζησαν και κυρίως συμμετείχαν στα γεγονότα εκείνης της ιστορικής εποχής. Ένας από αυτούς ο κυρ-Παναγιώτης Γοδόσης που μας μίλησε με τα καλύτερα λόγια για τον χαρακτήρα του λέγοντας ότι ήταν «ένα ανοιχτό και φιλελεύθερο μυαλό».

















Τον Οκτώβριο του 1944, 154 συνεργάτες του προξενείου Αδριανουπόλεως
και βοηθοί αυτών 6 Ορεστιαδίτες και 148 Βυσσιώτες
 έφυγαν στην Τουρκία.
Ορεστιαδίτες, ήταν : Γεώργιος Μητολίδης, Νικόλαος Πενταφράγκας, Αθανάσιος Τσονίδης, 
Τάκης Τσονίδης και Πασχάλης Μητολίδης



Σ’ αυτή τη φωτογραφία –ντοκουμέντο ο Αλέκος Γεωργιάδης 
είναι στο κέντρο όρθιος μαζί με τους συνεργάτες του
 Μανώλη Μαυρή, Χάσκα Νικόλαο, Άγις
Μας τη χάρισε ο κυρ-Παναγιώτης Γοδόσης που έζησε
 τα γεγονότα εκείνης της περιόδου και χαρακτήρισε 
τον Ελληνο-Αμερικανό πράκτορα 
ως ένα «ανοικτό και φιλελεύθερο μυαλό».








Ένα ενδιαφέρον άρθρο για τη δράση του στον Έβρο από την κ. Φωτεινή Τομαή -προϊσταμένη της Υπηρεσίας Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου του υπουργείου Εξωτερικών.


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ
 

  










* * *

 
* * *